- ουνκάρια
- η βοτ. γένος αγγειόσπερμων δικότυλων φυτών που ανήκει στην οικογένεια ρουβιίδες τής τάξης γεντιανώδη, με 35 περίπου είδη αναρριχητικών θάμνων.[ΕΤΥΜΟΛ. < λατ. uncus «αγκίστρι» + κατάλ. -aria].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.